Away Challenge #4 - Day #10: Ζήσε τη στιγμή

[Editor's Note: Ακολουθεί ένα guest post από τον Αλέξανδρο Εμεξεζίδη (@polaralex). Ο Αλέξανδρος είναι φοιτητής πληροφορικής στα Ιωάννινα. Γράφει το Φοιτηtips και το Bang to Basic και, όπως θα διαπιστώσεις από το παρακάτω και τελευταίο άρθρο του 4ου Challenge, ασχολείται επαγγελματικά με το γέλιο.]

«Αν με ρωτούσε κάποιος: ‘Παιδιά, με τι ασχολείστε;’, θα του απαντούσα: ‘Με το γέλιο’;»

Δεν περίμενα πως θα μπορούσα να γελάω για 10 λεπτά συνεχόμενα, 5 η ώρα τα ξημερώματα – νομίζαμε και οι δυο πως δεν μας είχε μείνει άλλη δύναμη, ούτε καν για να μείνουμε ξύπνιοι. Και στην τελική δεν ήταν και κάτι τόσο αστείο – εκτός κι αν ήξερε κανείς ακριβώς το τι κάναμε τον τελευταίο μήνα.

Ήταν αστείο, όμως, γιατί ήταν αλήθεια: Ασχολούμασταν επαγγελματικά με το γέλιο. Ήταν αυτό που κάναμε όλη μέρα, σε ένα επίπεδο πρωταθλητισμού.

Έχει κανείς νιώσει κουρασμένος από το πολύ γέλιο; Κάπως έτσι ήμουν μετά από εκείνη την δεκάλεπτη έκρηξη, πέντε η ώρα τα ξημερώματα στο σπίτι του Βασίλη, ξαπλωμένος στο κρεβάτι μέσα στο απόλυτο σκοτάδι. Κι όμως, αν και χώμα από την κούραση, γελούσαμε για δέκα λεπτά με έναν τρομαχτικά έντονο τρόπο. Εγώ δεν μπορούσα να ανασάνω κι ο Βασίλης έπεσε από το κρεβάτι του για να ηρεμήσει.

Είχα βρει στην Wikipedia μια λίστα με ανθρώπους που πέθαναν από το πολύ γέλιο, όπως ο στωικός φιλόσοφος Χρύσιππος. Είδα τον Βασίλη να φοβάται σοβαρά την πιθανότητα να συμβεί και σε εμάς. Δεν ήταν παράλογο να τρομάζεις με τόση χαρά, τόση καλοπέραση. Στην τελική, φιλοσοφούσαμε και αρκετά.

Ρεαλιστικά όμως, πιο πιθανό θα ήταν να παθαίναμε κάτι του στυλ υπερκόπωσης: Δεν είχαμε καθίσει ούτε δευτερόλεπτο εδώ και δύο εβδομάδες.

Αυτό που μας συνέβαινε το είχαμε ονομάσει «ροή», αν κι προσωπικά προτιμώ το «καταρράκτης». Είχαμε βουτήξει στον Νιαγάρα της νεανικής ενέργειας, της τρέλας και δεν σταματούσαμε να κάνουμε πράγματα, να βγαίνουμε έξω, να προετοιμάζουμε προσωπικά project, να γνωρίζουμε ανθρώπους, να μπλεκόμαστε με γκόμενες. Βλέπαμε κάθε μέρα το ξημέρωμα, κοιμόμασταν για λίγες ώρες και με το που ανοίγαμε τα μάτια μας συνεχίζαμε τη «ροή».

Προχθές, είχαμε ανέβει στο βουνό του Χορτιάτη τρέχοντας, μετά από πέντε χιλιόμετρα τρεξίματος στο ισιάδι. Όταν ο Βασίλης δούλευε, εγώ έκανα interval προπόνηση μόνος μου στο γήπεδο. Προσέχαμε τη διατροφή μας ακόμη περισσότερο από πριν και γενικά δεν πίναμε.

Το «δεν πίναμε» δεν είναι όμως δεσμευτικό. Μια νύχτα καταλήξαμε, μετά από ένα latin party, στο Cocktail Bar της Θεσσαλονίκης όπου ήπια μερικά απίθανα Manhattan. Στην Ολυμπιάδα Χαλκιδικής, κάτω από την κληματαριά ήπιαμε κάτι απίθανες δροσερές μπύρες, γελώντας με την ζωή μας. Άλλες μέρες τα σφηνάκια έρρεαν άφθονα.

«Φίλε, μπορείς να μου πεις λίγο τι έχουμε κάνει ως τώρα;» με ρώτησε.

Είχα χάσει το μέτρημα. Με αυτά που μας συνέβαιναν σε μια μέρα, κάποτε θα γέμιζε με ενδιαφέρον ολόκληρος ο μήνας μας. Είχαμε ανέβει επίπεδο στο να ζούμε τη ζωή μας. Πιο συγκεκριμένα, όμως, μήπως έχουμε ταλέντο στα καλοκαίρια;

Δεν φτάσαμε, πάντως, ως εδώ κατά λάθος. Από την κατασκήνωση ακόμη, όπου γνωριστήκαμε με τον Βασίλη όταν ήμασταν μικρά παιδιά, προσπαθούσαμε να ξεπερνάμε συνεχώς τα όρια μας, να κάνουμε την κάθε μέρα πιο καλή από την προηγούμενη.

Έπρεπε συχνά να πιεστούμε, να αφήσουμε τα κόμπλεξ στην άκρη, να μιλήσουμε και να αναλύσουμε τις καταστάσεις. Έπρεπε να ξεπεράσουμε τον κομπλεξικό εαυτό μας, να μάθουμε να μιλάμε στην κοπέλα που μας αρέσει χωρίς ντροπή, να χορεύουμε μόνοι μας ανάμεσα σε εκατό άτομα που κάθονται ακίνητα, να μην θυμώνουμε με τους προβληματικούς ανθρώπους, να αρκούμαστε σε ότι έχουμε και να βγάζουμε το μέγιστο από αυτά.

Ήταν μια γυμναστική που κράτησε δέκα χρόνια - και τελικά, με κόπο και επιμονή, κάναμε bodybuilding στην ψυχή μας. Μάθαμε να ζούμε γελώντας.

Μιλώντας για στιγμές, θυμάσαι την τελευταία φορά που ερωτεύτηκες; Θυμάσαι την στιγμή που με την πρώτη ματιά δημιουργήθηκαν μέσα σου εκρήξεις συναισθημάτων; Μετά, τίποτε δεν θα ήταν ξανά ίδιο. Η Κατερίνα που γνώρισες στο ταξίδι σου δεν θα μπορούσε να βγει από την ιστορία της ζωής σου, όσο σημαντική η ασήμαντη κι αν κατέληγε να ήταν.

Πριν όμως από αυτό, εσύ δεν το ήξερες ότι θα τη γνωρίσεις. Δεν ήξερες ότι προχωράς στο ναρκοπέδιο της μοίρας – νάρκες που, αν και δεν σκοτώνουν, σίγουρα κάνουν «μπαμ». Αν κάτσεις στο ασφαλές σπίτι σου, στα γνώριμα εδάφη που έχεις περπατήσει χιλιάδες φορές, νάρκη δεν θα βρεις ποτέ.

Άνοιγμα σε νέο tab για να δείτε το πανόραμα σε μεγαλύτερο μέγεθος

Η ζωή όμως θέλει «μπαμ» - θέλει δυνατές στιγμές και μεγάλα συναισθήματα, γιατί πρέπει να μοιάσει στον ίδιο της τον δημιουργό, στο «μεγάλο μπαμ» που τα ξεκίνησε όλα.

Είμαι το παιδί μιας έκρηξης και θέλω να ζω σαν έκρηξη. Πρέπει να βγω εκεί έξω και να περπατήσω για μέρες, να κουραστώ ίσως και λίγο, για να βρω τις δικές μου νάρκες. Δεν θέλει προσπάθεια – απλά να συνεχίσω να περπατάω. Και σίγουρα δεν μπορώ να προβλέψω τη στιγμή που θα γνωρίσω την Κατερίνα μου: Τέτοια πράγματα συμβαίνουν απρόσμενα – τα καταλαβαίνεις αφού συμβούν.

Όπως το φετινό μου καλοκαίρι: Από πέρσι είχαμε θέσει υψηλά στάνταρ με τον Βασίλη. Πέρσι, ήταν ένα καλοκαίρι που μας άλλαξε σαν ανθρώπους απότομα – μας ανέβασε ξαφνικά σε διαφορετικό επίπεδο. Ίσως είχα κι έναν θολό φόβο ότι δεν επρόκειτο να ανταπεξέλθω στις απαιτήσεις, ότι δεν θα μπορούσα να ξαναφτάσω σ’ εκείνη τη φάση.

Είχα άδικο. Εκείνο το καλοκαίρι είχα μάθει να ζω τη στιγμή. Μου το δίδαξε, όλως περιέργως, ένας 30άρης, μισός Παλαιστίνιος, μισός Έλληνας που είχε κάνει τα λάθη που δεν έπρεπε να κάνουμε εμείς. Ο 30άρης φίλος μου, μου θύμισε ότι πρέπει να ζω σαν 20άρης, γιατί ο χρόνος περνάει γρήγορα. Μου έμαθε να ζω τη στιγμή, ακόμη κι αν ο τρόπος ο δικός του ήταν λίγο άγαρμπος.

Το πήραμε καλά το μάθημά μας απ’ ότι φάνηκε: Αποζητούσαμε πια το απρόβλεπτο, ήμασταν απόλυτα ανοιχτοί σε ότι συμβεί – όπως και χαρακτηριστικά συνέβη τις προηγούμενες μέρες, όταν απρόβλεπτα γίναμε και πραγματικό «κομμάτι» του beach bar που αγαπούσαμε.

Έχεις νιώσει ποτέ αγάπη για ένα μέρος; Εμείς αυτήν την παραλία, μαζί με το beach bar Zougla, την είχαμε συνδυάσει με τα δυο καλύτερα καλοκαίρια μας, το περσινό και το τρέχον. Και αυτός ο «ζωντανός οργανισμός» μας έκανε κομμάτι του. Καταλήξαμε να δουλεύουμε στο beach bar, κάνοντας ουσιαστικά το χόμπι μας, μαζί μάλιστα με ένα ακόμη άτομο που εντελώς απρόβλεπτα μπήκε στην παρέα μας.

Ήταν 5 ώρες που χόρευα δίπλα στον DJ, έχοντας ήδη κολυμπήσει, παίξει βόλεϊ, γελώντας, απολαμβάνοντας τον ήλιο. Τότε αισθάνθηκα μια πνευματική κούραση. Ήθελα να φύγω για λίγο μακριά από την φασαρία, να μείνω για λίγο μόνος μου, να σκεφτώ.

Προχώρησα δίπλα στο κύμα, περνώντας μέσα από κόσμο, προς τα βράχια όπου τα πράγματα ήταν πιο ήσυχα. Όσο πλησίαζα σε αυτά, τόσο λιγότερο ακούγονταν η μουσική. Εκεί είχε λίγους ανθρώπους και ηρεμία. Σιγά-σιγά πλησίαζε η ώρα του ηλιοβασιλέματος. Κάθισα σε ένα μικρό βραχάκι μπροστά στο κύμα και κοίταξα τη θάλασσα. Απλά κοιτούσα, χωρίς να προσπαθώ για τίποτε.

Και τότε έγινε το «μπαμ». Πως είναι όταν καπνίζεις χρόνια και μετά κάνεις σπριντάκια σε ανηφόρα; Κάπως έτσι, μετά από έναν μήνα ζωής χωρίς σταματημό, βγήκα για λίγο από την «ροή» και ξεκίνησε ένας πνευματικός γαϊδουρόβηχας, σαν να καθάριζε το φλέμα των σκέψεων που δεν είχαν χρόνο να βγουν στην επιφάνεια.

Θυμήθηκα πράγματα περσινά, την σχέση μου που έχει πια χαθεί, τα καλοκαίρια που πέρασα μαζί της. Το φως του ηλιοβασιλέματος στην υγρή άμμο θα μου θύμιζε για πάντα το καλοκαίρι μας στην Κέρκυρα.

Σκέφτηκα για τα πράγματα που περιμέναμε να κάνουμε και το που τελικά καταλήξαμε. Σκέφτηκα την Γεωργία, το νέο, απρόβλεπτο μέλος της παρέας μας, με την οποία περνούσαμε τέλεια, απλά επειδή ήμασταν ανοιχτοί σε ότι μας έφερνε η ροή.

Κοίταξα την «Ζούγκλα» από μακριά και χαμογέλασα που είμαι πια κομμάτι της. Σκέφτηκα το πώς φτάσαμε ως εδώ, το πόσο σήριαλ-ζωής γράψαμε τις προηγούμενες μέρες στη Θεσσαλονίκη.

Μετά το γύρισα στα κύματα, χωρίς να σκέφτομαι τίποτα. Και τότε βγήκε από μέσα μου ένα αβίαστο συναίσθημα χαράς. Μπορεί να γελούσα και μόνος μου για λίγο – ελπίζω να μην με πέρασαν για ψυχάκια οι γύρω. Ήμουν πραγματικά χαρούμενος, γιατί έκανα ένα διάλλειμα στη ζωή της ροής του Νιαγάρα και συνειδητοποιούσα επιτέλους το πόσο τυχερός είμαι.

Ένιωσα την στιγμή στο maximum, μαζί όμως με όλα όσα οδήγησαν σε αυτή.

Πόσο τυχερός είμαι που κάθομαι σε αυτόν τον βράχο, υγιής, και κοιτάω τη θάλασσα στο μαγικό Ελληνικό καλοκαίρι; Γιατί, είναι μαγικό.

Και εκεί βγήκα για λίγο από την μέθη της τρέλας μου. Είχα υποσχεθεί στον Χάρη ότι θα έγραφα ένα guest post για το καλοκαίρι. Τι μπορώ να πω εγώ με ένα post; Μπορώ να ποστάρω αυτό που νιώθω μήπως; Μακάρι να μπορούσα να βάλω κάθε αναγνώστη μέσα στην παρέα μου για να νιώσει αυτά που δεν μπορώ να πω με λόγια.

Και πως θα μπορούσα να μάθω σε κάποιον να ζει τη στιγμή;

Μα, είναι δυνατόν να αρνείται κανείς τη μαγεία του τώρα; Είναι δυνατόν ένας υγιής, νέος άνθρωπος που γεννήθηκε στην ευλογημένη χώρα μας να μην βλέπει το καλοκαίρι σαν μια μαγεία; Να μην συνειδητοποιεί ότι τώρα βρίσκεται στην καλύτερη φάση της ζωής του, αφού αύριο, ουσιαστικά, το μόνο που θα αλλάξει είναι πως θα είναι γηραιότερος;

Ναι. Σήμερα είναι η καλύτερη μέρα της ζωής σου. Σήμερα είναι η μόνη μέρα που θα είσαι τόσο νέος, που μπορείς να αναπνέεις ελεύθερα, που μπορείς να επιλέξεις να ζήσεις την μαγεία των απρόβλεπτων πιθανοτήτων, που ίσως να γνωρίσεις τον έρωτα της ζωής σου αν βγεις εκεί έξω.

Ο «γέρος-εσύ» και τι δεν θα έδινε για να είχε τα νιάτα σου.

Σήκω, πάρε δύο πράγματα στην πλάτη και πάνε βρες την περιπέτεια. Δεν χρειάζεται λεφτά και σπίτια: μόνο πάθος, όρεξη για ζωή και ανοιχτή ψυχή. Ούτε καν χρειάζεσαι να κουβαλήσεις ανθρώπους μαζί σου – θα βρεις αρκετούς όπου κι αν πας.

Ξέχνα τις υποχρεώσεις της κοινωνίας για λίγο, ξέχνα τις ψεύτικες σκέψεις σου για τα ασήμαντα πράγματα όπως την καριέρα και την φήμη. Στην παραλία, τόσο εσύ όσο και ο Abramovich στο ίδιο νερό κολυμπάτε, τον ίδιο ήλιο νιώθετε και τον ίδιο αέρα αναπνέετε.

Οι άνθρωποι θα σου πουν ότι χρειάζεται λόγους για να είσαι χαρούμενος: Χρειάζεται να πάρεις πτυχίο, να βρεις μια δουλειά, να γίνεις διευθυντής, να αγοράσεις μεγάλο σπίτι, να ανοίξεις τραπεζικό λογαριασμό με υψηλή απόδοση. Εγώ όμως δεν τους πιστεύω πια: Εκείνη τη στιγμή στον βράχο ήμουν χαρούμενος χωρίς κανέναν απολύτως λόγο, απλά και μόνο επειδή υπήρχα.

Και τελικά, αυτό είναι το νόημα: Η χαρά βρίσκεται μέσα σου, κάθε στιγμή. Απλά περιμένει να το καταλάβεις και να τη ζήσεις.

Σηκώθηκα από τον βράχο και τεντώθηκα. Κοίταξα το beach bar στα 100 μέτρα και άκουσα τις απίθανες μουσικές που έβαζε ο Στέλιος. Νομίζω πως αρκετά φιλοσόφησα για σήμερα – πάω να χορέψω.

Αν θέλεις λίγο περισσότερο background στις ιστορίες μου για τα καλοκαίρια, μπορείς να ρίξεις μια ματιά στο post του Φοιτηtips “Τι στο διάολο κάνει τα καλοκαίρια μου τόσο ωραία”.

Σχολιάστε >
12 σχόλια
|
Κατηγορίες:

12 απαντήσεις στο “Away Challenge #4 - Day #10: Ζήσε τη στιγμή”

  1. Ο/Η konsoulito λέει:

    Μπράβο Αλέξανδρε γι'αυτό το καταπληκτικό κείμενο!

  2. Ο/Η polaralex λέει:

    @konsoulito Ευχαριστώ πολύ. :-)